Λογοτεχνία -- Τέχνη -- Τυπογραφία -- Ιστορία

8 Ιουν 2017

Εγκλεισμός και ελευθερία

[Παναγιώτης Ράμμης, Η Εκδίκηση και η Λήθη, εκδ. Κουκούτσι, Αθήνα 2015]


Το μυθιστόρημα Η Εκδίκηση και η Λήθη αποτελεί ένα είδος συνέχειας του προηγούμενου βιβλίου του συγγραφέα, με κοινό πρωταγωνιστή, όχι όμως και κοινό παρονομαστή. Ο εγκλεισμός, είτε κυριολεκτικά, όπως στο δωμάτιο ενός ψυχιατρείου, είτε μεταφορικά ή και πιο ουσιαστικά, στον κοινωνικό και επαγγελματικό περίγυρο, στα προσωπικά αδιέξοδα και στο πλαίσιο που έχουν ορίσει το παρελθόν και η μνήμη, είναι η έννοια που διαχέεται παντού στο βιβλίο. Με επιρροές από τον Πλάτωνα, τον Κάφκα, τον Αντώνη Σαμαράκη, ίσως και τον Γιόζεφ Ροτ, με αναφορές στον κινηματογράφο και σε δημιουργούς κόμικς, το μυθιστόρημα διερευνά τις δυνατότητες προσωπικής έκφρασης και ελευθερίας μέσα σε δομές και μηχανισμούς που αντιμετωπίζουν τον άνθρωπο ως πιόνι και τις ανθρώπινες κοινωνίες ως πηγή εσόδων.

Το περιεχόμενο είναι σε μεγάλο βαθμό πολιτικό, με εκτενείς αναφορές στα -άλλοτε υπαρκτά και άλλοτε ανύπαρκτα- όρια μεταξύ εκείνων που κυβερνούν και εκείνων που επενδύουν μέσω των επιχειρήσεών τους: “Αλλά πώς να πείσεις ένα ολόκληρο έθνος που βαυκαλίζεται. Μια μάζα υπνωτισμένη, τρομακτικά επικίνδυνη στις αντιδράσεις της. Στην καλύτερη περίπτωση θα με περνούσαν για τρελό.” (σ. 111). Για τον συγγραφέα η ανθρώπινη φύση είναι η αιτία όλων των προβλημάτων που σχετίζονται με κάθε δυναστική μορφή εξουσίας, αλλά ταυτόχρονα και η μόνη ελπίδα για διαφυγή. Η περιγραφή της φανερής ή υποβόσκουσας βίας, που ασκείται από ομάδες και πρόσωπα που επιχειρούν να ελέγξουν, για δικό τους όφελος, τον ρου των πολιτικών και ιστορικών εξελίξεων, είναι συνεχής και αναλυτική. Ίσως αυτή η υπέρμετρη βία είναι ο λόγος της σχεδόν πλήρους απουσίας γυναικείων προσώπων από το έργο.

Η εστίαση είναι εσωτερική, στις σκέψεις των προσώπων -και ιδιαίτερα του βασικού ήρωα- και στις κρυφές επιθυμίες και τους στόχους τους, ενώ οι περιγραφές της φύσης και του τοπίου λιγοστές. Η εξέλιξη της κεντρικής ιστορίας γίνεται με αργό ρυθμό και με πολλές εμβόλιμες παρατηρήσεις κοινωνιολογικού και φιλοσοφικού χαρακτήρα από τον συγγραφέα-αφηγητή, με αποτέλεσμα να περιορίζεται μερικώς η αναγνωστική απόλαυση και παράλληλα να ωθείται ο αναγνώστης σε σκέψεις και προβληματισμούς.

Σε όλα τα επίπεδα της αφήγησης και της σκηνοθεσίας ο αέρας μοιάζει να είναι μολυσμένος από τον φόβο, την καχυποψία, την έλλειψη ελπίδας και προοπτικής και το ασφυκτικό πλαίσιο που ορίζεται από τους οικονομικά ισχυρούς. Οι ήρωες κινούνται σαν χάρτινες μορφές σε ένα περιβάλλον που αποτελεί διαρκή απειλή. Ακόμη και η βόλτα στην πόλη είναι ένας εφιάλτης: “Πώς μπορεί κάποιος να προστατευθεί από τις εκατοντάδες αντανακλάσεις των φωτεινών επιγραφών;” (σ. 100). Ο πρωταγωνιστής, επιθυμώντας να ξεφύγει από τις τύψεις που έρχονται από το παρελθόν του και να εκδικηθεί εκείνους που τον χρησιμοποίησαν, ετοιμάζει, όπως ο Δαίδαλος, τα δικά του φτερά για την ελευθερία, που θα έλθει, στην περίπτωσή του, με την προσφορά της ίδιας του της ζωής. Ωστόσο, όπως προηγουμένως αποτελούσε το πιόνι μιας εξουσίας που τον υπερέβαινε, έτσι στην πορεία γίνεται έρμαιο της δίψας του για εκδίκηση, εγκλωβισμένος πλέον όχι σε απρόσωπους μηχανισμούς αλλά στο εγωκεντρικό του σύμπαν. 
Διονύσης Στεργιούλας